| |||
σε σειρά | |||
διαδοχικός; συνεχής | |||
διαβιβαστικός | |||
διπλό ποδήλατο; ποδήλατο για δύο πρόσωπα; ποδήλατο με διπλή διάταξη πενταλιών; ποδήλατο με δύο θέσεις | |||
English thesaurus | |||
| |||
tdm | |||
| |||
Tactical Nuclear Damage Evaluation Model (USA) | |||
tactical nuclear damage evaluation model |
tandem : 128 phrases in 22 subjects |