DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
to phrases
surfacer ['səːfisə] n
chem. υπόστρωμα
chem., met. εξισωτικός στόκος
industr., construct., mech.eng. διαμορφωτής πλευρών ξυλοφύλλου τετραγωνιστήρας; διαμορφωτής πλευρών ραμποτέζα; μηχανή μορφώσεως επιφανείας; εργαλείο εξομάλυνσης επιφανειών
surfacer
: 5 phrases in 2 subjects
Chemistry2
Industry3