DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
to phrases
second-hand goods ['sekənd hænd gʊdz]
environ. μεταχειρισμένο αγαθό εμπόρευμα, είδος
fin. μεταχειρισμένο προϊόν
second-hand good
environ. "μεταχειρισμένο αγαθό εμπόρευμα, είδος"
market., cultur. μεταχειρισμένο αγαθό
second-hand goods Goods or products that have been used previously ['sekənd hænd gʊdz]
environ. μεταχειρισμένο αγαθό
second-hand goods
: 2 phrases in 2 subjects
Finances1
Taxes1