| |||
αγρίεμα τροχού; αναγέννηση τροχού; προλείανση; ξεχόνδρισμα | |||
τορνάρισμα εκχόνδρισης | |||
λανάρισμα; ξάσιμο; ξύσιμο |
roughing : 27 phrases in 6 subjects |
Agriculture | 1 |
Construction | 1 |
Electronics | 1 |
Industry | 7 |
Mechanic engineering | 6 |
Metallurgy | 11 |