DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
to phrases
rigging ['rɪgɪŋ] n
agric., mech.eng. σύνολον εξαρτημάτων διά την μετατόπισιν διά συρματοσχοίνου
fish.farm. εξάρτιση, εξάρτηση
hobby, transp. συναρμολόγηση φορτίου γιά ρίψη
transp. εξαρτισμός αεροστάτων; ευθυγράμμιση αεροσκάφους; ρύθμιση μηχανικών συστημάτων ελέγχου
transp., mech.eng. ενδοτικότητα του μηχανισμού του φρένου; κάμψη του μηχανισμού του φρένου; υποχώρηση του μηχανισμού του φρένου
transp., nautic., fish.farm. εξαρτία f
rigging
: 43 phrases in 11 subjects
Agriculture1
Astronautics2
Chemistry2
Commerce1
Earth sciences1
Electronics1
Fish farming pisciculture2
Hobbies and pastimes1
Law2
Mechanic engineering5
Transport25