DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
to phrases
parking area ['paˈkɪŋ 'e(ə)rɪə]
econ. χώρος στάθμευσης
mun.plan., transp. σταθμός αυτοκινήτων; υπαίθριος χώρος στάθμευσης
transp., avia. χώρος στάθμευσης αεροσκαφών
parking area
: 2 phrases in 1 subject
Transport2