DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
non-profit making association
law, fin., social.sc. επιχείρηση κοινής ωφελείας; μη κερδοσκοπική ένωση; οργάνωση μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα; όμιλος μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα