DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
to phrases
lap welding
industr., construct., chem. συγκόλληση με επικάλυψη
met. συγκόλληση με επικάλυψη των κομματιών
lap weld
met. συγκόλληση με επικάλυψη; συγκόλληση με υπέρθεση; συγκόλληση με επικάλυψη των κομματιών
lap-welding
met. συγκόλληση με επικάλυψη; συγκόλληση χιαστί
to lap-weld
mater.sc., met. συγκολλώ με επαλληλία
lap welding
: 5 phrases in 2 subjects
Industry3
Metallurgy2