DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
to phrases
hyaloplasm ['haɪələplæz(ə)m] n
med. υαλόπλασμα; κυτοσόλιο m; κυτταρόλυμα f; κυτταροδιάλυμα f; θεμελιώδες πλάσμα; κυτταρολεμφος f; παραπλάσμα
hyaloplasm
: 3 phrases in 1 subject
Medical3