DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
hot money ['hɔt'mʌnɪ]
fin. φυγή κεφαλαίων; "ζεστό" χρήμα; "θερμό χρήμα"; "καυτό" χρήμα; κυμαινόμενα κεφάλαια