DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
to phrases
hang-up ['hæŋʌp]
industr., construct., chem. Tοπική εξόγκωση τοιχώματος
IT απροσδόκητη εμπλοκή προγράμματος
IT, dat.proc. απρόβλεπτη αναστολή
to hang-up ['hæŋʌp]
agric. παγιδεύω
hang up ['hæŋ'ʌp]
commun. απόθεση χειροσυσκευής
to hang-up ['hæŋʌp]
commun. απόθεση μικροτηλεφώνου
hang up ['hæŋ'ʌp]
commun. απόθεση χειροσκευής
IT απόθεση
to hang-up ['hæŋʌp]
nat.sc., agric. σκαλώνω
Hang Up ['hæŋ'ʌp]
comp., MS Κλείσιμο γραμμής (A button on Audio Controls and Phone Controls that disconnects the current call)
hang-up
: 5 phrases in 3 subjects
Electronics2
Industry1
Information technology2