DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
to phrases
gutter ['gʌtə] v
agric. κανάλι κοπριάς; αυλάκι κοπριάς
agric., mech.eng. άγκιστρον
comp., MS περιθώριο βιβλιοδεσίας (The blank area between two or more columns of text or between two facing pages in a publication)
construct. τριγωνική τάφρος; κοίλωμα υδρορροής
environ. αποχετευτικός σωλήνας
IT, dat.proc. αύλακα
mech.eng. υδρορροή; οχετός αποστράγγισης; συλλέκτης αποστράγγισης
met. σωλήνας απορροής ομβρίων υδάτων; αυλάκωση απόληξης
transp., mil., grnd.forc., construct. ρείθρο
gutter
: 38 phrases in 9 subjects
Agriculture16
Construction7
Environment2
Health care1
Mechanic engineering3
Medical3
Metallurgy1
Microsoft1
Transport4