DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
cross-pollination ['krɔs(')pɔlɪ'neɪʃ(ə)n]
life.sc., agric. διασταυρούμενη επικονίαση; σταυροεπικονίαση
cross pollination ['krɒsˌpɒlɪ'neɪʃǝn]
med. σταυροεπικονίαση