DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
critical head
earth.sc., life.sc. κρίσιμον βάθος υποβιβασμού στάθμης
earth.sc., mech.eng. κρίσιμον φορτίον; κρίσιμον ύψος πτώσεως
el., construct. κρίσιμο ύψος πτώσης; ωφέλιμο φορτίο; ωφέλιμο ύψος πτώσης