| |||
εμφάνιση ρωγμών | |||
| |||
πυρόλυσις | |||
κλασματική απόσταξη | |||
πυρόλυση | |||
αλιγατορική ρωγμάτωση | |||
θερμορωγμάτωση; ρωγμάτωση; σχηματισμός ραγάδων; σχηματισμός σκασιμάτων; ράγισμα | |||
θραύση; σύνθλιψη | |||
ρηγμάτωση; τριχοειδείς ρωγμές | |||
English thesaurus | |||
| |||
crkg | |||
crg |
cracking : 86 phrases in 17 subjects |