DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
burnt lime
earth.sc., chem. άνυδρος ασβέστης; ασβέστης μη σβησμένος; μη εσβεσμένη άσβεστος; συνηθισμένος ασβέστης
med. μονοξείδιο του ασβεστίου; καυστικό ασβέστιο; ασβέστης