DictionaryForumContacts

   English
Google | Forvo | +
to phrases
blowing down
met. μείωση του όγκου εμφύσησης; μειώνω τον όγκο εμφύσησης
to blow down
agric., mech.eng. εκχέει αέρα υπό πίεση
met. μείωση του όγκου εμφύσησης; μειώνω τον όγκο εμφύσησης; θέση εκτός λειτουργίας; θέτω εκτός λειτουργίας
blow down
environ., agric. ζώνη ανεμορριγμάτων
blowing down
: 2 phrases in 2 subjects
Chemistry1
Transport1