| |||
θύρα; θύρα πρόσβασης; πόρτα πρόσβασης; θύρα προσπέλασης; πόρτα προσπέλασης | |||
θύρα προσπέλασης; θύρα πρόσβασης | |||
πόρτα προσπέλασης; πόρτα πρόσβασης |
access port : 11 phrases in 3 subjects |
Communications | 9 |
Information technology | 1 |
Mechanic engineering | 1 |