| |||
κράτημα; διεξαγωγή | |||
αγροτική εκμετάλλευση; αγροτική επιχείρηση | |||
| |||
εταιρείες χαρτοφυλακίου | |||
δικαιώματα στο κεφάλαιο | |||
συλλογή βιβλιοθήκης | |||
διαθέσιμα | |||
εισόδημα εκ παγίας συμμετοχής | |||
| |||
Διατήρηση | |||
| |||
εκμετάλλευση | |||
γεωργική εκμετάλλευση | |||
συμμετοχή | |||
διατήρηση υψηλής θερμοκρασίας μπάνιου; διατήρηση εν θερμώ | |||
| |||
συγκράτηση | |||
θέτω σε αναμονή (To temporarily suspend an active phone call); αναμονή (To temporarily suspend an active phone call) | |||
διατηρώ την θερμοκρασία μπάνιου | |||
διακοπή της αντίστροφης μέτρησης | |||
| |||
πιάνω | |||
| |||
Αναμονή (A button on Phone Controls that places the current phone call on hold) |
Holding : 593 phrases in 41 subjects |