DictionaryForumContacts

   Italian
Terms for subject Law containing servizio | all forms | exact matches only
ItalianGreek
accordo sul servizio di assistenzaσυμφωνία εξυπηρέτησης πελατών πριν και μετά την πώληση
accordo sul servizio di assistenzaσυμφωνία εξυπηρέτησης των πελατών μετά την πώληση
capo servizioπροϊστάμενος υπηρεσίας
capo servizioπροϊστάμενος δημόσιας υπηρεσίας
congedo per servizio militareάδεια για εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων
corpo del servizio esterno dell'amministrazione carcerariaπροσωπικό εξωτερικών υπηρεσιών της σωφρονιστικής υπηρεσίας
direttiva servizio universaleοδηγία για την καθολική υπηρεσία
distanza minima tra stazioni di servizioελάχιστη απόσταση μεταξύ των πρατηρίων διανομής πετρελαίου
errore di servizio della Comunitàυπηρεσιακό πταίσμα της Κοινότητας
fornitore del servizio di trattamentoμεταποιητής
funzionario in servizio attivoδημόσιος υπάλληλος εν ενεργεία
il rimborso di talune servitù inerenti alla nozione di pubblico servizioη αποκατάσταση ορισμένων βαρών συνυφασμένων με την έννοια της δημοσίας υπηρεσίας
immissione in servizioθέση σε λειτουργία
impresa incaricata dell'esecuzione di un servizio pubblicoεπιχείρηση επιφορτισμένη με την άσκηση δημόσιας υπηρεσίας
ispezione in servizioέλεγχος κατά τη λειτουργία
legge sul servizio nazionale di sanitàνόμος περί εθνικής υπηρεσίας υγείας
monopolio del servizio di pompe funebriαποκλειστικό δικαίωμα για τη διεξαγωγή κηδειών
necessità del servizioανάγκη της υπηρεσίας
ore di servizioώρες υπηρεσίας
patto sul servizioδιευθέτηση παροχής υπηρεσιών
prima presentazione del prodotto o del servizioπρώτη παρουσίαση στο κοινό του προϊόντος ή της υπηρεσίας
qualsiasi servizio nazionale imposto agli obiettori di coscienzaαπαιτούμενη στρατιωτική θητεία για αντιρρησία συνείδησης
quotazione alla porta di servizioέμμεση διατίμηση στο χρηματιστήριο
Regolamento per il reciproco Uso dei carri in Servizio internazionaleR.I.V.κανονισμός αμοιβαίας χρησιμοποίησης βαγονιών σε διεθνή κυκλοφορία
Regolamento per il reciproco Uso delle Carrozze e Bagagliai in Servizio internationale RICΚανονισμός Αμοιβαίας Χρησιμοποίησης Αμαξών και Σκευοφόρων στη Διεθνή Κυκλοφορία
regolamento relativo alle condizioni di servizio delle ferrovie olandesiκανονισμός σχετικά με τις συνθήκες υπηρεσίας των ολλανδικών σιδηροδρόμων
servizio bersaglioυπηρεσία-στόχος
servizio del contenzioso diplomaticoΥπηρεσία Διπλωματικών Διαφορών
servizio di arbitratoυπηρεσία διαιτησίας
servizio di certificazioneπαροχή υπηρεσίας πιστοποίησης
servizio di conciliazioneυπηρεσία συμβιβασμού
servizio di contrastoνομίμως  εξουσιοδοτημένη αρχή
servizio di contrastoαρχή εφαρμογής του νόμου
servizio di contrastoδιωκτική αρχή
servizio di contrastoαρχή καταστολής
servizio di contrastoαρχή επιβολής του νόμου
servizio di indagine specializzatoειδική υπηρεσία έρευνας
servizio di permanenzaυπηρεσία επιφυλακής
servizio di segnalazioneυπηρεσία δηλώσεων
Servizio europeo di informazione territorialeΕυρωπαϊκή Υπηρεσία Πληροφοριών σχετικά με την έγγειο ιδιοκτησία
servizio incaricato dell'applicazione della leggeαρχή επιβολής του νόμου
servizio incaricato dell'applicazione della leggeαρχή εφαρμογής του νόμου
servizio incaricato dell'applicazione della leggeαρχή καταστολής
servizio incaricato dell'applicazione della leggeδιωκτική αρχή
servizio incaricato dell'applicazione della leggeνομίμως  εξουσιοδοτημένη αρχή
servizio incaricato dell'applicazione della leggeυπηρεσία επιβολής του νόμου
servizio legalmente autorizzatoνομίμως εξουσιοδοτημένη αρχή
servizio metrologicoμετρολογική υπηρεσία
servizio nazionale antiterrorismoεθνική αντιτρομοκρατική υπηρεσία
servizio nazionale di informazione sul crimineεθνική υπηρεσία πληροφοριών στον τομέα του εγκλήματος
servizio non economico d'interesse generaleμη οικονομική υπηρεσία γενικού ενδιαφέροντος
servizio pubblicoδημόσιες υπηρεσίες
sezione monitoraggio legalmente autorizzato del servizioεγκατάσταση παρακολούθησης νομίμως εξουσιοδοτημένης αρχής
valore normale di un servizioκανονική αξία μιας υπηρεσίας