Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Italian
⇄
Albanian
Amharic
Arabic
Armenian
Assamese
Azerbaijani
Basque
Bengali
Bosnian
Bosnian cyrillic
Bulgarian
Catalan
Chinese
Chinese Taiwan
Chinese simplified
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Filipino
Finnish
French
Galician
Georgian
German
Greek
Gujarati
Hausa
Hebrew
Hindi
Hungarian
Icelandic
Igbo
Indonesian
Inuktitut
Irish
Japanese
Kannada
Kazakh
Khmer
Kinyarwanda
Konkani
Korean
Kyrgyz
Lao
Latvian
Lithuanian
Luxembourgish
Macedonian
Malay
Malayalam
Maltese
Maori
Marathi
Nepali
Norwegian
Norwegian Bokmål
Odia
Pashto
Persian
Polish
Portuguese
Punjabi
Quechuan
Romanian
Russian
Serbian
Serbian Latin
Sesotho sa leboa
Sinhala
Slovak
Slovene
Spanish
Swahili
Swedish
Tamil
Tatar
Telugu
Thai
Tswana
Turkish
Turkmen
Ukrainian
Urdu
Uzbek
Vietnamese
Welsh
Wolof
Xhosa
Yoruba
Zulu
Terms
for subject
Mechanic engineering
containing
servizio
|
all forms
|
exact matches only
Italian
Greek
capacità di
servizio
ικανότητα εξυπηρέτησης
Capo del
Servizio
Materiale e Trazione
προϊστάμενος της υπηρεσίας τροχαίου υλικού
indicatore di fuori
servizio
ένδειξη "εκτός λειτουργίας"
interruttore di fuori
servizio
διακόπτης θέσεως εκτός λειτουργίας
interruttore per
servizio
preferenziale di cabina
διακόπτης προτεραιότητας θαλαμίσκου
istruzioni di
servizio
βιβλίο χειρισμού
istruzioni di
servizio
βιβλίο χειριστή
istruzioni di
servizio
εγχειρίδιο οδηγιών χειρισμού
istruzioni di
servizio
βιβλίο οδηγιών
messa fuori
servizio
del motogeneratore
αυτόματη διακοπή κινητήρα-γεννήτριας
piano a
servizio
intenso
όροφος με έντονη κίνηση
piattaforma di
servizio
πλατφόρμα χειρισμού
presa di
servizio
σύνδεσμος εξυπηρέτησης
prova di entrata in
servizio
δοκιμή παραδόσεως ολοκληρωμένου έργου σε λειτουργία
prova di entrata in
servizio
δοκιμές λειτουργίας
prova di
servizio
δοκιμή παραδόσεως ολοκληρωμένου έργου σε λειτουργία
prova di
servizio
δοκιμές λειτουργίας
servizio
a carico variabile
λειτουργία μεταβλητού φορτίου
servizio
al sotterraneo
διακυβέρνηση εξυπηρετήσεως υπογείων χώρων
servizio
con fotocellula
λειτουργία με φωτοκύτταρο
servizio
continuo
λειτουργία διαρκείας
servizio
di breve durata
βραχυχρόνια λειτουργία
servizio
di manutenzione
τεχνική υπηρεσία συντηρήσεως
servizio
direzionale
διακυβέρνηση με προτεραιότητα κατευθύνσεως
servizio
ininterrotto con avviamento e frenatura elettrica
συνεχής περιοδική λειτουργία με εκκινήσεις και ηλεκτρικές πεδήσεις
servizio
ininterrotto con carico intermittente
συνεχής περιοδική λειτουργία
servizio
ininterrotto con variazione periodica della velocità
συνεχής περιοδική λειτουργία με μεταβολές ταχύτητας
servizio
intermittente con avviamento
διαλείπουσα περιοδική λειτουργία με εκκινήσεις
servizio
intermittente con avviamento e frenatura elettrica
διαλείπουσα περιοδική λειτουργία με ηλεκτρική πέδηση
servizio
intermittente periodico
διαλείπουσα περιοδική λειτουργία
servizio
nominale
ονομαστικά μεγέθη
servizio
nominale ciclico
ονομαστικά μεγέθη καθορισμένης λειτουργίας
servizio
nominale continuo equivalente
ισοδύναμα ονομαστικά μεγέθη συνεχούς λειτουργίας
servizio
nominale continuo massimo
ονομαστικά μεγέθη συνεχούς λειτουργίας
servizio
nominale di breve durata
ονομαστικά μεγέθη βραχυχρόνιας λειτουργίας
servizio
orario
ωριαία απόδοση
servizio
periodico
περιοδική λειτουργία
servizio
pompieri
ανελκυστήρας σε κατάσταση εξυπηρετήσεως πυροσβέσεως
servizio
-tipo
είδος λειτουργίας
valvola di
servizio
βαλβίδα υπηρεσίας
Get short URL