DictionaryForumContacts

   Italian Greek
Terms containing luogo di | all forms | exact matches only | in specified order only
SubjectItalianGreek
health.anno europeo per la sicurezza, l'igiene e la salute sul luogo di lavoroευρωπαϊκό έτος για την ασφάλεια, την υγιεινή και την υγεία στο χώρο της εργασίας
health., unions.Comitato consultivo per la sicurezza e la salute sul luogo di lavoroΣυμβουλευτική επιτροπή για την ασφάλεια και την υγεία στο χώρο εργασίας
health., unions.Comitato consultivo per la sicurezza, l'igiene e la tutela della salute sul luogo di lavoroΣυμβουλευτική επιτροπή για την ασφάλεια, την υγιεινή και την προστασία της υγείας στον τόπο εργασίας
health.Comitato di regolamentazione concernente l'attuazione delle misure destinate a promuovere il miglioramento della sicurezza e della salute dei lavoratori sul luogo di lavoroεπιτροπή κανονιστικής ρύθμισης σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων στους χώρους εργασίας
law, lab.law.comitato per la sicurezza,l'igiene e l'imbellimento del luogo di lavoroΕπιτροπή Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας
gen.conservare in luogo fresco e ben ventilato lontano da...materiali incompatibili da precisare da parte del fabricanteδιατηρείται σε δροσερό και καλά αεριζόμενο μέρος μακρυά από...ασύμβατα υλικά που υποδεικνύονται από τον κατασκευαστή
gen.conservare in luogo fresco lontano da...materiali incompatibili da precisare da parte del fabricanteδιατηρείται σε δροσερό μέρος μακρυά από...ασύμβατα υλικά που υποδεικνύονται από τον κατασκευαστή
health., lab.law.consiglio di amministrazione dell' Agenzia europea per la sicurezza e la salute sul luogo di lavoroΔιοικητικό Συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία
chem.Convenzione sulla sicurezza nell'utilizzazione delle sostanze chimiche sul luogo di lavoroΣύμβαση σχετικά με την ασφάλεια κατά τη χρήση χημικών προϊόντων στην εργασία
chem.Convenzione sulla sicurezza nell'utilizzazione delle sostanze chimiche sul luogo di lavoroΣύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας του 1990 για την ασφάλεια κατά τη χρησιμοποίηση των χημικών προϊόντων στην εργασία
fin.data e luogo di emissioneημέρα και τόπος έκδοσης
lawelezione di domicilio nel luogo in cui ha sede il Tribunaleπροσδιορισμός τόπου επιδόσεων στην έδρα του Πρωτοδικείου
lawelezione di domicilio nel luogo in cui ha sede il Tribunaleπροσδιορισμός τόπου επιδόσεων στην έδρα του Δικαστηρίου
interntl.trade.elusioni mediante trasbordo, rispedizione, false dichiarazioni relative al paese o al luogo di origine e falsificazione di documenti ufficialiκαταστρατήγηση των διατάξεων μέσω μεταφόρτωσης, αλλαγής δρομολογίου, ψευδούς δήλωσης σχετικά με τη χώρα ή με τον τόπο καταγωγής, και παραποίησης επισήμων εγγράφων
law, crim.law., UNevasione dal luogo di detenzioneαπόδραση
law, fin.falsa dichiarazione relativa al paese o al luogo di origineψευδής δήλωση σχετικά με τη χώρα ή τον τόπο καταγωγής
lawfatto che da luogo all'estradizioneπράξη για την οποία χωρεί έκδοση
fin.formalità di partenza sul luogo di spedizioneδιατυπώσεις στον τόπο αποστολής
agric.il rivoltamento dei mucchi di terricciato ha luogo con una livellatriceο σωρός του υποστρώματος διαμοιράζεται με την βοήθεια ισοπεδωτικού ελάσματος
lawin caso di arrivo incolume del carico al luogo di destinazioneσε περίπτωση αφίξεως στον τόπο προορισμού χωρίς ζημία του φορτίου
gen.in caso di necessità,la verifica ha luogo sul postoο έλεγχος ενεργείται εν ανάγκη επί τόπου
polit., law, patents.in caso di non luogo a provvedereσε περίπωση καταργήσεως της δίκης
polit., law, patents.in caso di non luogo a provvedereαν η εκδίκαση της υποθέσεως δεν καταλήξει στην έκδοση αποφάσεως
fin.in luogo e vece di terziγια λογαριασμό τρίτων
transp., construct.indagini di un luogoαναγνώριση μιας θέσης
gen.indennità di permanenza sul luogo di lavoro e a domicilioεπίδομα επιφυλακής στον τόπο εργασίας ή στην οικία
sec.sys.istituzione del luogo di dimoraφορέας του τόπου διαμονής
sec.sys.istituzione del luogo di residenzaφορέας του τόπου κατοικίας
social.sc., unions.molestie sessuali sul luogo di lavoroοχλήσεις σεξουαλικής φύσεως στο χώρο εργασίας
lawnella Repubblica federale di Germania la nozione di domicilio esprime il collegamento di una persona con un determinato luogo,secondo la suddivisione in comuni del territorio dello Statoδιαιρέσεις της χώρας σε δήμους ή κοινότητες
lab.law.permanenza sul luogo di lavoro o a domicilioυποχρέωση επιφυλακής στον τόπο εργασίας ή στην οικία
gov.permanenza sul luogo di lavoro o a domicilioυπηρεσία ετοιμότητας στον τόπο εργασίας ή κατ' οίκον
life.sc.precipitazione che non dà luogo a deflusso superficialeβροχόπτωσις εκκινήσεως
market., fin.primo luogo di destinazioneπρώτος τόπος προορισμού
lawprocedura di determinazione del luogo dell'arbitratoδιαδικασία καθορισμού του τόπου διαιτησίας
health.programma d'azione delle Comunità europee in materia di sicurezza e di salute sul luogo di lavoroπρόγραμμα δράσης των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σε θέματα ασφάλειας και υγείας στο χώρο εργασίας
gen.Programma d'azione nel settore della sicurezza,dell'igiene e della tutela della salute sul luogo di lavoroΠρόγραμμα δράσης στο τομέα της ασφάλειας,της υγιεινής και της προστασίας της υγείας στο χώρο εργασίας
health.Programma di azioni per l'anno europeo della sicurezza,dell'igiene e della salute sul luogo di lavoro1992Πρόγραμμα δράσεων στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού έτους για την ασφάλεια,την υγιεινή και την υγεία στο χώρο εργασίας1992
lab.law.Programma inteso a migliorare la sicurezza, l'igiene e la salute sul luogo di lavoro, in particolare nelle piccole e medie impreseΠρόγραμμα που στοχεύει στη βελτίωση της ασφάλειας, της υγιεινής και της υγείας κατά την εργασία, ιδίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις
health.Programma SAFESafety Actions for Europeinteso a migliorare la sicurezza,l'igiene e la salute sul luogo di lavoro,in particolare nelle piccole e medie impreseΠρόγραμμα SAFESafety Actions for Europeπου στοχεύει στη βελτίωση της ασφάλειας,της υγιεινής και της υγείας κατά την εργασία,ιδίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις
market., mater.sc.pubblicità sul luogo di venditàδιαφήμιση στον τόπο πώλησης
social.sc., health., empl.salute sul luogo di lavoroυγιεινή της εργασίας
law, polit.scioglimento dell'AE per decisione del tribunale del luogo di sedeλύση με απόφαση του δικαστηρίου του τόπου της έδρας του ΕΣ
lab.law.segnaletica appropriata sul luogo di lavoroκατάλληλη σήμανση των χώρων εργασίας
gen.segnaletica sul luogo di lavoroσήμανση ασφαλείας στον τόπο εργασίας
health., lab.law.sistema di informazione comunitaria in materia di salute e di sicurezza sul luogo di lavoroκοινοτικό σύστημα πληροφόρησης σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια στο χώρο εργασίας
health., lab.law.sistema europeo di osservazione e di raccolta di informazioni sulla sicurezza e la salute nel luogo di lavoroευρωπαϊκό σύστημα παρατήρησης και συλλογής πληροφοριών σχετικά με την ασφάλεια και την υγεία στο χώρο της εργασίας
health., unions.strategia comunitaria 2007-2012 per la salute e la sicurezza sul luogo di lavoroκοινοτική στρατηγική 2007-2012 για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία
stat.suddivisione di luogoφυσικογεωγραφική κατανομή
stat.suddivisione di luogoυποδιαιρέσεις τόπου
polit.Unità Prevenzione dei rischi e benessere sul luogo di lavoroΜονάδα Πρόληψης και Ευεξίας στον Χώρο Εργασίας