DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Chemistry containing polish | all forms
EnglishGreek
chemical-mechanical polishχημική-μηχανική λείανση
combined condensate polishing reactor coolant purification plantσυνδυασμένη εγκατάσταση επεξεργασίας του συμπυκνώματος και καθαρισμού του ψυκτικού αντιδραστήρα
combined reactor coolant clean-up and condensate polishing plantσυνδυασμένη εγκατάσταση καθαρισμού ψυκτικού του αντιδραστήρα και αποσκληρύνσεως του συμπυκνώματος
french polishingταμπονάρισμα
mechanical polishingμηχανική λείανση
metal polishστίλβωμα για μέταλλα
nail polishσκόνη για τα νύχια
polishing and grinding machineισοπεδωτική και λειαντική μηχανή
polishing between platesλείανση στην πρέσα
polishing compoundστιλβωτικό μείγμα
polishing effectεπιφέρω λείανση
polishing effectπρόκληση λείανσης
polishing effectοδηγώ σε λείανση
polishing etchχημικό διάλυμα για τη λείανση της επιφάνειας
polishing etchχημική επεξεργασία στίλβωσης
polishing lacquerστιλπνή λάκκα
polishing machineλειαντική μηχανή
polishing mopτροχός λείανσης
polishing pasteλειαντικό
polishing plateπλάκα στίλβωσης
polishing ringτροχός λείανσης
polishing rollerλειαντικός κύλινδρος
polishing rollsλειαντικοί κύλινδροι
polishing rollsκύλινδροι λείανσης
polishing stackλειαντικοί κύλινδροι
polishing varnishλούστρο
polishing wheelτροχός λείανσης
press polishingλείανση στην πρέσα
wax polishστιλβωτικός κηρός