DictionaryForumContacts

   Italian Greek
A B C D E F G H I JL M N O P Q R S T U V W X Y Z À É È Î Ì Í Ó Ò Ú Ù ʃ ʒ   >>
Terms for subject Insurance (2104 entries)
"matching" su elementi identici απόλυτη ευθυγράμμιση
"overmatching" υπερευθυγράμμιση
"pure cover" καθαρή εγγύηση (Pure cover)
"standstill" δήλωση "standstill"
a condizioni limitate κάλυψη με περιορισμένους όρους
a premi unici μέθοδος εφάπαξ ασφαλίστρου
a premio annuo μέθοδος υπολογισμού ετησίων εισφορών
a premio più alto υπερτιμολογημένος
A.P.A. ένωση για την πρόληψη των ατυχημάτων
abbassamento dell'età di pensionamento μείωση του ορίου συνταξιοδότησης
abbattimento di necessità dell'animale ασφαλιστήριο που αποζημιώνει σύμφωνα με την πληρωμή
accettazione del buono stato della nave παραδοχή αξιοπλοϊας
accordo avaria generale συμφωνία κοινής αβαρίας
accordo corpi κοινή επιτροπή για θέματα του κλάδου των πλοίων
accordo internazionale sulla responsabilità civile per i danni d'inquinamento causato da idrocarburi διεθνής σύμβαση για τον καταλογισμό ευθύνης στους πλοιοκτήτες για μόλυνση της θάλασσας από πετρέλαιο
accordo piccoli danni σχέδιο κοινοπραξίας
accordo piccoli premi σχέδιο κοινοπραξίας
accordo relativo alle pensioni dei dipendenti pubblici Συμφωνία σχετικά με τις συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων
accordo rischi guerra συμφωνία για κινδύνους πολέμου
accordo strutturato δομημένος διακανονισμός