СловариФорумКупитьСкачатьКонтакты

   Итальянский Греческий
Термины по тематике Промышленность, содержащие crine di | все формы
ИтальянскийГреческий
filato di crineνήμα από τρίχα ή ουρά μονόπλων
filato di crineχοντρότριχα ουράς αλόγου
filato di crineνήμα από χονδρότριχα
telaio per tessuti di crineαργαλειός για υφάσματα από αλογότριχα ή κατσικότριχα